- Κρονίδης
- Κρον-ίδης [ῐ], ου, ὁ, Patron.,A son of Cronos, i.e. Zeus, Il.1.498, al.; Ζεὺς K. 2.111, al.II [dialect] Lacon. [full] Κρονίδαρ, an aged man, Hsch.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Κρονίδης — son of Cronos masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδης — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Κ. ο μάρτυς. Συνελήφθη μαζί με τους Λεόντιο και Σεραπίωνα και μαρτύρησε μαζί τους με πνιγμό στη θάλασσα. Η μνήμη τους τιμάται στις 13 Σεπτεμβρίου. 2. Κ. ο μάρτυς. Μαρτύρησε στη Βιζύη επί Διοκλητιανού… … Dictionary of Greek
Κρονίδαι — Κρονίδης son of Cronos masc nom/voc pl Κρονίδᾱͅ , Κρονίδης son of Cronos masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονιδᾶν — Κρονίδης son of Cronos masc gen pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονιδῶν — Κρονίδης son of Cronos masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδαις — Κρονίδης son of Cronos masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδη — Κρονίδης son of Cronos masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδην — Κρονίδης son of Cronos masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδου — Κρονίδης son of Cronos masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδῃ — Κρονίδης son of Cronos masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρονίδῃσι — Κρονίδης son of Cronos masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)